Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΜΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΜΟΥ

 

Περίσταση (σημερινό Sarkoy)

Η καταγωγή μου είναι από την Περίσταση της Ανατολικής Θράκης. Εκεί γεννήθηκαν και οι δύο γονείς μου.

Η Περίσταση ήταν η τελευταία προς τα νοτιοδυτικά μεγάλη παραλιακή κωμόπολη των Γανοχώρων στην Προποντίδα. Διοικητικά υπαγόταν στο Βιλαέτι Αδριανουπόλεως, στο Σαντζάκι Καλλιπόλεως και ήταν έδρα του ομώνυμου Καζά. Εκκλησιαστικά υπάγονταν στη Μητρόπολη Μυριόφυτου και Περιστάσεως (ως το 1910 ήταν Επισκοπή υπαγόμενη στη Μητρόπολη Ηρακλείας και Ραιδεστού). Το 1911 υπήρχαν 5.000 Έλληνες στην Περίσταση που αποτελούσε μεγάλο εμπορικό κέντρο όπου άκμαζαν η ναυτιλία, η αλιεία, η αμπελουργία, η σηροτροφία, η τυροκομία, η κεραμοποιεία, η ζωοτροφία, η ραπτική και η υποδηματοποιεία. Οι κλάδοι της ποτοποιίας και της σηροτροφίας παρουσίαζαν την μεγαλύτερη ανάπτυξη. Λειτουργούσαν στις αρχές του 20ου αιώνα 6 εργοστάσια κατεργασίας κουκουλιών. Στην Περίσταση λειτουργούσαν δύο εξατάξια Δημοτικά Αρρένων και Θηλέων με 200 περίπου μαθητές και μαθήτριες το καθένα. Υπήρχαν 3 εκκλησίες: του Αγ. Νικολάου, του Αγ. Ιωάννου του Αποκεφαλιστή και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών οι περισσότεροι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν στη Νέα Περίσταση Κατερίνης.

Οι δικοί μου ήρθαν στην Αθήνα (στον Βύρωνα).

  

 

Ο ελληνικός στρατός μπαίνει στην Περίσταση λίγο πριν

τη Μικρασιατική καταστροφή.

 

 

 

Ο πατέρας μου (τρίτος από δεξιά) στο Δημοτικό σχολείο

της Περίστασης.

 

Η οικογένεια του πατέρα μου: ο παππούς μου (Αναστάσης), η γιαγιά μου (Μαριάνθη), ο πατέρας μου (Αλέξανδρος) και η αδελφή του (Κατίνα). Η γιαγιά μου ήταν (η βάση) το στήριγμα της οικογένειας, ακολουθώντας τη μητριαρχική παράδοση της Ανατολικής Θράκης. Ο παππούς μου έγραφε (με καμάρι) στην ταυτότητά του επάγγελμα «Λεπτουργός», αφού τον χειμώνα (που δεν υπήρχαν γεωργικές ασχολίες) όλη η οικογένεια πήγαινε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο παππούς μου έφτιαχνε τις καλλιτεχνικές γύψινες διακοσμήσεις στα ξύλινα ταβάνια της Πόλης. Όταν ήρθε στην Αθήνα (με τη Μικρασιατική Καταστροφή) δούλεψε στις οικοδομές.

  

Η οικογένεια της μητέρας μου: η γιαγιά μου (ο παππούς είχε κιόλας πεθάνει) και εφτά από τα παιδιά της. Η μητέρα μου (Ελένη – στη μέση, πίσω από τη γιαγιά μου) ήταν το 13ο και τελευταίο παιδί της οικογένειάς της).

 

 
 

Η μητέρα μου, μαθήτρια της Εμπορικής Σχολής.

Ο πατέρας μου, η αδελφή του και ο μικρότερος αδελφός του (Νικηφόρος).

  

 
 

Ο πατέρας μου στο ιππήλατο πυροβολικό, πριν την αναχώρησή του για το Αλβανικό Μέτωπο. Το συνηθισμένο συσσίτιο ήταν ένα φύλλο μαρουλιού και μια ρέγγα.

  

Η μητέρα μου γραμματέας

σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας.

 
 

Ο πατέρας μου και η μητέρα μου μετά τον γάμο τους. Ο πατέρας μου είχε τελειώσει τη Γαλλική Ακαδημία, αλλά με απόφαση του Μεταξά σταμάτησε ο διορισμός καθηγητών Γαλλικής γλώσσας στα σχολεία. Έτσι προσλήφθηκε στην ΗΕΑΠ.

  

Σε μια εκδρομή μετά την Κατοχή.

 
 

Ο πατέρας μου με τους συναδέλφους του στα γραφεία

της Ηλεκτρικής Εταιρείας Αθηνών Πειραιώς

(ΗΕΑΠ, αργότερα ΔΕΗ - ΠΑΠ).

  

Και μόνος του στο γραφείο του.

 
 

 

 

 

 

 

Στο υπόγειο του σπιτιού μας, όμως, έφτιαχνε όλα εκείνα τα ωραία πράγματα (το αλογάκι μου με τις ρόδες, το ξύλινο αυτοκινητάκι που οδηγούσα, τα ξύλινα κεράκια με τους αγγέλους για το Χριστουγεννιάτικο δέντρο και τόσα άλλα μαγικά).

 
     

Επιστροφή

στο Βιογραφικό